Φωτογραφία εξώφυλλου: Δημοσθένης Σεϊταρίδης
Κείμενο: Νίκος Κακαγιάς
Επιμέλεια: Χάρης Πουρουζίδης

Βουλιαράτες

Ο Δρίνος κυλούσε αδιάφορος στην πορεία που ‘χε χαράξει στην κοιλάδα της Δρόπολης και το Πλατυβούνι (Mali i Giere), ένα δάκτυλο βράχου στα δυτικά της κοιλάδας που ανεβαίναμε, έκοβε την ανάσα και την θωριά της θάλασσας από τα δυτικά. Γνώριμο το τοπίο και εξ  ίσου γνώριμο και το ερώτημα που ΄χε γεννηθεί από την πρώτη φορά γνωριμίας, για την πλήρη απουσία δάσους κατά μήκους του ορεινού ανάγλυφου. Τα χωριά σκαρφαλωμένα στις ανατολικές υπώρειες του σκοτεινού όγκου έμοιαζαν σαν αετοφωλιές. Δίγλωσσες οι ονομασίες τους και γνώριμες από νεφελώδεις αναμνήσεις, μισοθαμμένες σε σκονισμένες γωνιές των ιστορικών γνώσεων για ηρωϊκές μάχες και εθνικό μεγαλείο που κεντρίζουν ακόμη κάποιους λίγους…

Αριστερή η στροφή και στενός ο δρόμος που οδηγεί στους Βουλιαράτες και στο ένα εκ των δύο νεκροταφείων πεσόντων, στον πόλεμο του ‘40. Εκεί είναι θαμμένοι οι πεσόντες της μάχης στον Αγ. Αθανάσιο στο Βουλιαράτι και όσοι δεν τα κατάφεραν στα πρόχειρα χειρουργεία που ‘χαν στηθεί στο χωριό. Θάφτηκαν εκεί σ’ ένα χωράφι και ο Δημήτρης Μπάκος με αγώνα να κρατηθεί το μυστικό στα πέτρινα χρόνια του Χότζα, όπως και αργότερα ο γιός του, κληρονόμος της βαριάς αποστολής, φύλαξαν τα ονόματα που ’χε κρατήσει στο αρχείο του ο δάσκαλος του χωριού και τα παρέδωσαν για ταυτοποίηση στις Ελληνικές αρχές.

Σήμερα κείνται εκεί ταυτοποιημένοι μάρτυρες ενός αγώνα που πέρασε πια σαν αόριστη υπενθύμιση στο συλλογικό ασυνείδητο των νεοελλήνων. Εμείς αμίλητοι, σταθήκαμε μπροστά τους σαν ελάχιστη απότιση τιμής και κάποιοι δεν μπόρεσαν μήτε ένα κλικ…

Η συνέχεια της περιπέτειας μας βρήκε να κάνουμε σύντομη στάση έξω από το χωριό Λαζαράτες για να φωτογραφίσουμε το πεντάτοξο ιστορικό γεφύρι του και το τοπίο που έμοιαζε λες και βγήκε από σκηνή σπαγγέτι γουέστερν δίνοντας την αίσθηση ότι θα εμφανιστεί ο καλός ο κακός και ο άσχημος.

Γεφύρι Λαζαράτες

Αργυρόκαστρο - Πυρηνικό Καταφύγιο

Ο δρόμος όμως είχε άλλα κατά νου και μείς χαράζοντας ρότα βόρεια  με ένα κενό  στην καρδιά που αργότερα βαφτίστηκε ενοχή, τον ακολουθήσαμε, μέχρι που το Αργυρόκαστρο φάνηκε να δεσπόζει στον ψηλό του θρόνο με τις πέτρινες στέγες των αρχοντικών του να ασημίζουν στην ποδιά του. Είχαμε να τηρήσουμε την υπόσχεση από την πρώτη φορά που πατήσαμε εκεί το πόδι μας για μια εις βάθος γνωριμία και πιστοί στις επιταγές της, ξεκινήσαμε κυριολεκτικά από τα  έγκατα της,  με ένα ρίγος στους αυχένες που κάποιοι το απέδωσαν στην υγρασία και άλλοι πιο αλαφροίσκιωτοι, στους χθόνιους θεούς που ταράξαμε την ησυχία τους.

Η πραγματικότητα όμως, περιέγραφε ένα υποχθόνιο εφιάλτη σκαμμένο στα ριζά του βράχου κάτω ακριβώς από το μεγαλοπρεπές κάστρο, που η παράνοια ενός εμμονικού το έφερε σε πέρας, με την καταναγκαστική εργασία  πολιτικών κρατουμένων που δεν έμεινε κανείς τους ζωντανός να μαρτυρήσει και κάτω ακριβώς από την μύτη του υπόλοιπου ανυποψίαστου πόπολου. «Άλλα τέσσερα τέτοια αντιπυρηνικά bunker έχτισε ο Χότζα…» μας μαρτύρησε ο συμπαθέστατος νεαρός ξεναγός, καθώς μας εφιστούσε την προσοχή στα χαμηλώματα των τσιμεντένιων διαδρόμων.

Το εντυπωσιακό ήταν πως κάθε τρείς μήνες άλλαζε όλη η τροφοδοσία του λαγουμιού, γιατί έπρεπε λέει, να είναι φρέσκια γι αυτούς που προορίζονταν να επιζήσουν, μην και ξεμείνει η ανθρωπότητα από τέτοια φωτεινά μυαλά, την ίδια ώρα που ο λαός απ΄έξω λιμοκτονούσε περιδεής και περιθωριοποιημένος. Θέλεις τα ουρλιαχτά της ιστορίας που αντιλαλούσαν στους σκοτεινούς διαδρόμους, θέλεις η φρίκη που κατέλυε κάθε προσπάθεια λογικής επεξεργασίας αυτού του ανοσιουργήματος, το φώς στο βάθος του τούνελ αποτελούσε την λύτρωση από το βάσανο της γνωριμίας με τον Λεβιάθαν .

Ο δρόμος όμως είχε άλλα κατά νου και μείς χαράζοντας ρότα βόρεια  με ένα κενό  στην καρδιά που αργότερα βαφτίστηκε ενοχή, τον ακολουθήσαμε, μέχρι που το Αργυρόκαστρο φάνηκε να δεσπόζει στον ψηλό του θρόνο με τις πέτρινες στέγες των αρχοντικών του να ασημίζουν στην ποδιά του. Είχαμε να τηρήσουμε την υπόσχεση από την πρώτη φορά που πατήσαμε εκεί το πόδι μας για μια εις βάθος γνωριμία και πιστοί στις επιταγές της, ξεκινήσαμε κυριολεκτικά από τα  έγκατα της,  με ένα ρίγος στους αυχένες που κάποιοι το απέδωσαν στην υγρασία και άλλοι πιο αλαφροίσκιωτοι, στους χθόνιους θεούς που ταράξαμε την ησυχία τους.

Η πραγματικότητα όμως, περιέγραφε ένα υποχθόνιο εφιάλτη σκαμμένο στα ριζά του βράχου κάτω ακριβώς από το μεγαλοπρεπές κάστρο, που η παράνοια ενός εμμονικού το έφερε σε πέρας, με την καταναγκαστική εργασία  πολιτικών κρατουμένων που δεν έμεινε κανείς τους ζωντανός να μαρτυρήσει και κάτω ακριβώς από την μύτη του υπόλοιπου ανυποψίαστου πόπολου. «Άλλα τέσσερα τέτοια αντιπυρηνικά bunker έχτισε ο Χότζα…» μας μαρτύρησε ο συμπαθέστατος νεαρός ξεναγός, καθώς μας εφιστούσε την προσοχή στα χαμηλώματα των τσιμεντένιων διαδρόμων.

Το εντυπωσιακό ήταν πως κάθε τρείς μήνες άλλαζε όλη η τροφο-δοσία του λαγουμιού, γιατί έπρεπε λέει, να είναι φρέσκια γι αυτούς που προορίζονταν να επιζήσουν, μην και ξεμείνει η ανθρωπότητα από τέτοια φωτει-νά μυαλά, την ίδια ώρα που ο λαός απ΄έξω λιμοκτονούσε περι-δεής και περιθωριοποιημένος. Θέλεις τα ουρλιαχτά της ιστορίας που αντιλαλούσαν στους σκοτει-νούς διαδρόμους, θέλεις η φρίκη που κατέλυε κάθε προσπάθεια λογικής επεξεργασίας αυτού του ανοσιουργήματος, το φώς στο βάθος του τούνελ αποτελούσε την λύτρωση από το βάσανο της γνωριμίας με τον Λεβιάθαν .

Ο δρόμος όμως είχε άλλα κατά νου και μείς χαράζοντας ρότα βόρεια  με ένα κενό  στην καρδιά που αργότερα βαφτίστηκε ενοχή, τον ακολουθήσαμε, μέχρι που το Αργυρόκαστρο φάνηκε να δεσπόζει στον ψηλό του θρόνο με τις πέτρινες στέγες των αρχοντικών του να ασημίζουν στην ποδιά του. Είχαμε να τηρήσουμε την υπόσχεση από την πρώτη φορά που πατήσαμε εκεί το πόδι μας για μια εις βάθος γνωριμία και πιστοί στις επιταγές της, ξεκινήσαμε κυριολεκτικά από τα  έγκατα της,  με ένα ρίγος στους αυχένες που κάποιοι το απέδωσαν στην υγρασία και άλλοι πιο αλαφροίσκιωτοι, στους χθόνιους θεούς που ταράξαμε την ησυχία τους. 

Η πραγματικότητα όμως, περιέγραφε ένα υποχθόνιο εφιάλτη σκαμμένο στα ριζά του βράχου κάτω ακριβώς από το μεγαλοπρεπές κάστρο, που η παράνοια ενός εμμονικού το έφερε σε πέρας, με την καταναγκαστική εργασία  πολιτικών κρατουμένων που δεν έμεινε κανείς τους ζωντανός να μαρτυρήσει και κάτω ακριβώς από την μύτη του υπόλοιπου ανυποψίαστου πόπολου. «Άλλα τέσσερα τέτοια αντιπυρηνικά bunker έχτισε ο Χότζα…» μας μαρτύρησε ο συμπαθέστατος νεαρός ξεναγός, καθώς μας εφιστούσε την προσοχή στα χαμηλώματα των τσιμεντένιων διαδρόμων. 

Το εντυπωσιακό ήταν πως κάθε τρείς μήνες άλλαζε όλη η τροφοδοσία του λαγουμιού, γιατί έπρεπε λέει, να είναι φρέσκια γι αυτούς που προορίζονταν να επιζήσουν, μην και ξεμείνει η ανθρωπότητα από τέτοια φωτεινά μυαλά, την ίδια ώρα που ο λαός απ΄έξω λιμοκτονούσε περιδεής και περιθωριοποιημένος. Θέλεις τα ουρλιαχτά της ιστορίας που αντιλαλούσαν στους σκοτεινούς διαδρόμους, θέλεις η φρίκη που κατέλυε κάθε προσπάθεια λογικής επεξεργασίας αυτού του ανοσιουργήματος, το φώς στο βάθος του τούνελ αποτελούσε την λύτρωση από το βάσανο της γνωριμίας με τον Λεβιάθαν. 

Ήταν το ίδιο φώς που ζέσταινε το καλντερίμι της ανηφόρας για την κορυφή του λόφου με το κάστρο, ήταν αυτό που εν τέλει, μας έκανε να χαμογελούμε παρά τον ιδρώτα και να αναστενάζουμε με ανακούφιση, πως ποτέ πια δεν θα έχει τέτοια πισωγυρίσματα η ιστορία, την ίδια στιγμή βέβαια, που η αφεντιά της με την ευφάνταστη και διαστροφική της εμμονή πάντα θα βρίσκει τρόπους να μας διαψεύδει.

Αργυρόκαστρο - Ιστορικό Κέντρο

Αργυρόκαστρο - Κάστρο

Το κάστρο καλοδιατηρημένο, είναι ουσιαστικά ένα ανοικτό πολεμικό μουσείο όπως επιβάλλει ο σκοπός της ύπαρξης του και στα έγκατα του φιλοξενεί αίθουσες με εικαστικό και φωτογραφικό ενδιαφέρον που εντός τους διατρανώνεται η  αγάπη που τρέφει ο έρμος ο λαός για τον δυνάστη του. Ούτε μια φωτογραφία να τον απεικονίζει με μάτια ακέραια απέμεινε, έτσι για να δούμε και μείς το έρεβος που κρυβόταν μέσα του. Η δική μας μάτια όμως αγκάλιαζε περιμετρικά όλη την περιφέρεια της πόλης που η παλιά της μεριά απλώνονταν δυτικά και βόρεια του λόφου και η νέα της επέκταση, στα νότια. Όμορφη ήταν από ψηλά, με τα αρχοντικά της να μαρτυρούν την αρχαία της κληρονομιά που υπογραμμίζονταν από τους ηπειρώτικους σκοπούς που ακούγονταν στο βάθος και κάτι οικείο στην μορφή και τα σουσούμια της ήταν  τελικά που έβγαλε την ετυμηγορία μας. Όμορφες είναι και οι ρούγες της με τα μαγαζάκια της να υπογράφουν με Ελληνική και Αλβανική υπογραφή το όμορφο ανακάτεμα. Το ίδιο ανακάτεμα ήταν που έφερε γέλια μέχρι δακρύων όταν μετά το φαγοπότι και το ημερήσιο ξεθέωμα, δύο από τους ζωηρούς της παρέας αναζήτησαν ένα μπουκάλι κρασί αντί για Lexotanil…

Αργυρόκαστρο by Night

– Να ρε Χάρη, σ΄ αυτό το μαγαζάκι να μπούμε…
– Excuse me sir, may I have a bottle of wine…

Η παντομίμα αντικατέστησε τα άπταιστα Αγγλικά του Χάρη, για να καταλάβει επιτέλους το κατάστημα τι είχε ο ίδιος να προτείνει από τα κρασιά της προθήκης.

– Ασε ρε Νικόλα, μάλλον δεν κατάλαβε, αντιγύρισε  ο Χάρης στον σιωπηλό Νικόλα.
– Καλά ρε, μιλάτε Ελληνικά! έκραξε το… κατάστημα με ένα πελώριο χαμόγελο στην αξύριστη μούρη του.
– Ρε, μιλάτε την γλώσσα των θεών και με ταλαιπωρείτε τόση ώρα με τα Αγγλικά; Καλά δεν ακούτε;;; δείχνοντας το χαζοκούτι.

Μόνο και μόνον τότε, ακούσαμε οι εμβρόντητοι χαζοχαρούμενοι, τα λαϊκά που έπαιζαν στην τηλεόραση σε κονσέρβα εκπομπή του Σπύρου. «Είπα κι εγώ τι μου θυμίζει, τι μου θυμίζει η ατμόσφαιρα…» σιγομουρμούρισε ο Νικόλας. Ο ύπνος στο παλιό αρχοντικό που μας πρόσφερε απλόχερα την φιλοξενία του ήταν βαθύς και ξεκουραστικός για όλη την φωτογραφική μας συντροφιά και το χαμόγελο στην σύναξη του πρωϊνού ήταν μόνιμα χαραγμένο και εξ αιτίας ίσως, του σπιτικού γεύματος που μας προσφέρθηκε.

Αργυρόκαστρο - Αρχοντικό Zekate

 «Ξαμοληθείτε βρε! έχουμε πορεία μπροστά…» κέντρισε τα βραδυπορούντα και χασκογελόντα πλήθη ο Δημοσθένης και μας βγήκε ξινό το πρωϊνό μετά την ξεθεωτική ανηφόρα μέχρι το αρχοντικό του Zeka στα βορειοδυτικά της πόλης. Πελώριο τετραώροφο κτίσμα από το τέλος του 1700 στέκει περήφανο για να δείχνει στους τωρινούς πως και οι παλιοί ήξεραν να τρώνε τα λεφτά τους. Ο φιλόξενος ξεναγός, παλιός εξ αγχιστείας απόγονος του ιδιοκτήτη, μας περιδιάβασε στο εσωτερικό του και μας εξήγησε σε άψογη ελληνική, όλη την δομή του μεγαλειώδους οικοδομήματος. Μέχρι και εσωτερική δεξαμενή εκατοντάδων κυβικών νερού διέθετε. Οι μηχανές άλλο που δεν ΄θέλαν πήραν φωτιά μην αφήνοντας γωνιά και παραθύρι μέχρι που και την Μαριώ έβγαλαν στο μπαλκόνι να τινάξει την φλοκάτη, κάτι σε Ραπουνζέλ ένα πράγμα αλλά με κοντό μαλλί. Σωσμό δεν είχε η καλλιτεχνική μας ευφορία μέχρι που ο Δήμος με το ζόρι μας συμμάζεψε γιατί η ώρα δεν πολυκαταλάβαινε από ψυχανεμίσματα.

Κλεισούρα

Το στενό της Κλεισούρας είχε σημαδεμένο το πρόγραμμα αλλά καμιά επιγραφή δεν ειδοποιούσε για τον χώρο που εκατοντάδες έχασαν την ζωή τους στην στενή κοιλάδα της Τρεμπεσίνας. Κάποιοι αστυνομικοί μας βοήθησαν εν τέλει και μια ανατριχίλα μας υποδέχτηκε σαν αντικρίσαμε τα λευκά ανώνυμα μάρμαρα. Καμιά μαρτυρία στις άψυχες πέτρες, άγνωστοι νεκροί «…τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», βουβοί ήρωες, αριθμοί στην κιμαδομηχανή της ιστορίας και ένα κράτος απόν, γιατί λέει, ήταν μεγάλη η δαπάνη για την ταυτοποίηση τους μέσω DNA. Ένας λυγμός λειψός κι αυτός στον εκτυφλωτικό ήλιο  ήταν το δικό μας αντίδωρο σ΄ αυτούς που θυσιάστηκαν στο βωμό της ανθρώπινης υστερίας και όλα πήραν τον δρόμο τους ξανά, μετά το μικρό μας σκουντούφλημα.

Τεπελένι & Ιαματικά Λουτρά Πρεμετής

Το Τεπελένι ήταν η επόμενη στάση, εκεί στην κοιλάδα της εκβολής του Δρίνου στον Αώο έτσι καθώς αυτός στρίβει προς τα δυτικά της Αλβανικής ενδοχώρας. Μικρή και καθαρή πόλη με χαμηλής δόμησης κτίρια και πλατεία με καλντερίμι που καταλήγει στο κάστρο της. Λίγα τα σημεία φωτογραφικού ενδιαφέροντος με κυρίαρχο την προτομή σε ραχατλίδικη στάση του περιλάλητου Αλή πασά των Ιωαννίνων. Τελειώσαμε τάχιστα την γνωριμία μαζί του και πήραμε το δρόμο κατά μήκος του Αώου για να επισκεφτούμε τα ιαματικά λουτρά της Πρεμετής(Permet) και το λιθόκτιστο μονότοξο γεφύρι του Kadiut. Η αποφορά του θειαφιού μαζί με τις λάσπες του δρόμου μας υποδέχτηκαν και το γεφύρι έτσι πως φωτίζονταν από τον απογευματινό ήλιο μας πρόσφερε ικανοποιητικά πλάνα. Η φυσική πισίνα που λούζονται στο βάθος οι επισκέπτες με τα θηριώδη εκτός δρόμου παρκαρισμένα στις άκρες έδινε και την σημερινή εικόνα, γεμάτη αντιθέσεις, της συμπαθητικής γειτόνισσας που το πήρε οριστικά απόφαση να γυρίσει σελίδα και να στυλώσει τα ποδάρια της επιμένοντας, ότι ανήκει κι αυτή στην εσπερία.